Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Εurostat,η Eλλάδα έχει το 4ο υψηλότερο ποσοστό αναξιοποίητου εργατικού δυναμικού στην Ευρώπη, ένας δείκτης που την καθιστά ιδιαίτερα «χαλαρή» ως αγορά εργασίας.
Η «χαλάρωση» στην αγορά εργασίας (labour market slack) υπολογίζεται με βάση τα ποσοστά του ευρύτερου εργατικού δυναμικού που δεν αξιοποιείται, είτε επειδή είναι άνεργοι, υποαπασχολούμενοι, αναζητούν εργασία ακόμα και αν δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι να εργαστούν, είτε δεν έχουν αλλά ούτε αναζητούν εργασία.
Στην Ελλάδα τα ποσοστά αυτά ανέρχονται στο 16,3%, έναντι 12% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
«Χαλάρωση» στην αγορά εργασίας
Σύμφωνα με την Εurostat ο δείκτης της «χαλάρωσης» της αγοράς εργασίας μας βοηθάει να κατανοήσουμε πόσο είναι το εργατικό δυναμικό που ενώ είναι διαθέσιμο δεν είναι πλήρως παραγωγικό. Χρησιμοποιείται για την ανάλυση της δυναμικής της απασχόλησης και της συνολικής υγείας μιας οικονομίας, καθώς μια «χαμηλή» χαλαρότητα υποδηλώνει ότι η οικονομία εκμεταλλεύεται βέλτιστα την προσφερόμενη εισροή εργασίας.
Συνολικά το 2023, το κενό «χαλάρωσης» στην αγορά εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντιπροσώπευε το 12% του διευρυμένου εργατικού δυναμικού. Αυτό σημαίνει ότι 27,1 εκατομμύρια άτομα ηλικίας 15-74 ετών ήταν σε θέση να προσφέρουν εργασία, αλλά δεν αξιοποιούνταν πλήρως.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ,το 2023 η χαλάρωση της αγοράς εργασίας ήταν υψηλότερη στην Ισπανία (20,2% του διευρυμένου εργατικού δυναμικού), την Ιταλία (17,7%), τη Σουηδία (16,4%) και την Ελλάδα (16,3%).
Από την άλλη πλευρά, η πιο «σφιχτή» αγορά εργασίας είναι στην Πολωνία, με μόλις 4,8% του διευρυμένου εργατικού δυναμικού να παραμένει αναξιοποίητο. Ακολουθεί η Μάλτα με 5,2% η Ουγγαρία με 6%, η Τσεχία και η Σλοβενία με 6,4% και 6,5%.
Όσον αφορά τις συνιστώσες της «αναξιοποίητης» προσφοράς εργασίας, η ανεργία αντιπροσώπευε το 5,8% του διευρυμένου εργατικού δυναμικού, ενώ τα άτομα που δεν αναζητούν εργασία αντιπροσώπευαν το 2,8% και οι υποαπασχολούμενοι το 2,5% του διευρυμένου εργατικού δυναμικού. Τα άτομα που αναζητούν εργασία αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμα αποτελούσαν το 0,9% του διευρυμένου εργατικού δυναμικού.
Η ανάλυση του ΚΕΠΕ
Η έννοια της «χαλαρότητας» στην αγορά εργασίας αναφέρεται και στην πρόσφατη ανάλυση επικαιρότητας του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, για την ανεργία.
Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες του ΚΕΠΕ, η ελληνική αγορά εργασίας είναι «επίμονα χαλαρή» και αυτό σημαίνει ότι απέχουμε πολύ από την πλήρη απασχόληση.
Χαλαρή αγορά εργασίας, σύμφωνα με τον ορισμό του ΚΕΠΕ, είναι όταν οι άνεργοι είναι περισσότεροι από τις προσφερόμενες θέσεις εργασίας, άρα είναι πιο δύσκολο για τους άνεργους να βρουν δουλειά. Αντίθετα, μια αγορά εργασίας θεωρείται «σφιχτή» όταν η ανεργία είναι μικρότερη από τις κενές θέσεις εργασίας, και αυτό κάνει πιο δύσκολο για τους εργοδότες να βρουν εργαζόμενους.
Το ΚΕΠΕ επισημαίνει ότι με κατάλληλα βήματα θα μπορούσε να επιτευχθεί στην Ελλάδα πλήρης απασχόληση ακόμα και σε διάστημα 3,5 χρόνων.
Δευτεραθλητές στην ανεργία
Σε 24 από τις 27 χώρες της ΕΕ ο συντελεστής με τη μεγαλύτερη βαρύτητα στο πόσο «χαλαρή» είναι η αγορά εργασίας είναι η ανεργία.
Η Ελλάδα έχει τα δεύτερα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στο διευρυμένο εργατικό δυναμικό, με 10,8% έναντι, ενώ πρώτη είναι η Ισπανία με 11,7%.
Εξαιρέσεις στον κανόνα που θέλει την ανεργία να είναι ο βασικός παράγοντας της «χαλαρότητας» στην αγορά εργασίας, αποτέλεσαν η Ολλανδία και η Τσεχία, όπου η συνιστώσα με τη μεγαλύτερη βαρύτητα ήταν οι υποαπασχολούμενοι (5,1% και 4,5% αντίστοιχα).
Η τρίτη εξαίρεση είναι η Τσεχία, όπου το μερίδιο των ατόμων που αναζητούν εργασία αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμα είναι το υψηλότερο όλων των συνιστωσών